dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
συναλλαγματικό απόθεμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Devisenreserve
Ⓦ
Ⓖ
…
!
συναλλαγματικό απόθεμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Währungsreserve
Ⓦ
Ⓖ
…